Αυτή η μετάφραση μπορεί να μην αντανακλά τις αλλαγές που έγιναν από τις 2021-07-11 στο Αγγλικό πρωτότυπο.
Καλό θα ήταν να ρίξετε μια ματιά σε εκείνες τις αλλαγές. Παρακαλούμε δείτε το Μεταφράσεις ΔΙΑΒΑΣΕΜΕ για να βρείτε πως μπορείτε να βοηθήσετε να ενημερωθεί αυτή η μετάφραση.
Γιατί το λογισμικό δεν πρέπει να έχει ιδιοκτήτες
από τον Richard Stallman
Η ψηφιακή τεχνολογία της πληροφορικής συνεισφέρει στον κόσμο, με το να κάνει ευκολότερη την αντιγραφή και τροποποίηση δεδομένων. Οι υπολογιστές υπόσχονται να κάνουν αυτά, ευκολότερα, για όλους μας.
Όχι όλοι, θέλουν να το κάνουν ευκολότερο. Το σύστημα των δικαιωμάτων δημιουργών, δίνει στα προγράμματα λογισμικού “ιδιοκτήτες”, οι περισσότεροι των οποίων σκοπεύουν να παρακρατήσουν τις πιθανές, ευεργετικές δυνατότητες του λογισμικού μακριά από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Αυτοί, θέλουν να είναι οι μοναδικοί που μπορούν να αντιγράψουν και να τροποποιήσουν το λογισμικό που χρησιμοποιούμε.
Το σύστημα των πνευματικών δικαιωμάτων, αναπτύχθηκε με την τυπογραφία—μια τεχνολογία για μαζική παραγωγή αντιγράφων. Τα πνευματικά δικαιώματα (Copyright) ταίριαζαν με αυτήν την τεχνολογία, διότι περιόριζε μόνο τους μαζικούς αντιγραφείς βιβλίων. Δεν έπαιρνε την ελευθερία από τους αναγνώστες των βιβλίων. Ένας συνηθισμένος αναγνώστης, ο οποίος δεν κατείχε τυπογραφείο, μπορούσε να αντιγράψει βιβλία μόνο χρησιμοποιώντας χαρτί και μελάνι, και λίγοι αναγνώστες μηνύθηκαν για αυτό.
Η ψηφιακή τεχνολογία, είναι πιο ευέλικτη από το τυπογραφείο: όταν η πληροφορία έχει ψηφιακή μορφή, μπορείτε εύκολα να την αντιγράψετε και να την μοιραστείτε με άλλους. Αυτή ακριβώς η ευελιξία, δημιουργεί έναν κακό συνδυασμό με ένα σύστημα όπως τα δικαιώματα δημιουργού. Αυτός είναι και ο λόγος πίσω από την κλιμακούμενη μοχθηρία και τα δρακόντεια μέτρα να επιβληθούν τα δικαιώματα δημιουργών λογισμικού. Λάβετε υπόψιν σας αυτές τις τέσσερις πρακτικές της Ένωσης Εκδοτών Λογισμικού (Software Publishers Association - SPA):
- Μαζική προπαγάνδα που λέει πώς είναι λάθος να παρακούσετε τους ιδιοκτήτες λογισμικού και να βοηθήσετε το φίλο σας.
- Δελεασμός για χαφιέδες, ώστε να δίδουν πληροφορίες για συνεργάτες και συνάδελφους.
- Επιδρομές (με αστυνομική βοήθεια) σε γραφεία και σχολεία, στις οποίες λέγουν στους ανθρώπους πώς πρέπει να αποδείξουν την αθωότητά τους για παράνομη αντιγραφή.
- Δίωξη (από την κυβέρνηση των Η.Π.Α. έπειτα από αίτημα της SPA) ανθρώπων όπως ο David LaMacchia του MIT, όχι για αντιγραφή λογισμικού (δεν κατηγορήθηκε ποτέ για κάτι τέτοιο), αλλά απλώς για την αναποτελεσματική φύλαξη των συσκευών αντιγραφής και την αποτυχία στο να ελέγξει τη χρήση τους.[1]
Και οι τέσσερις παραπάνω πρακτικές, προσομοιάζουν αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση, όπου κάθε φωτοτυπικό μηχάνημα είχε και από έναν φρουρό ώστε να προλαβαίνει τις απαγορευμένες αντιγραφές, και όπου οι ιδιώτες έπρεπε να αντιγράφουν πληροφορίες κρυφά και να τις περνούν χέρι με χέρι, ως samizdat. Υπάρχει βέβαια μια διαφορά: το κίνητρο για τον έλεγχο της πληροφορίας στη Σοβιετική Ένωση ήταν πολιτικό· στις Η.Π.Α. το κίνητρο είναι το κέρδος. Αλλά είναι οι ενέργειες που μας επηρεάζουν, όχι τα κίνητρα. Κάθε προσπάθεια για παρεμπόδιση του διαμοιρασμού της πληροφορίας, για οποιοδήποτε λόγο, οδηγεί στις ίδιες μεθόδους και στην ίδια σκληρότητα.
Οι ιδιοκτήτες έχουν διαφόρων ειδών επιχειρήματα, για την απόδοση σε αυτούς του ελέγχου για το πώς χρησιμοποιούμε την πληροφορία:
- Επιθετική ονοματολογία.
Οι ιδιοκτήτες χρησιμοποιούν δυσφημιστικές εκφράσεις όπως “πειρατεία” και “κλοπή”, και ιδιαίτερες ορολογίες όπως “πνευματική ιδιοκτησία” και “βλάβη” ώστε να συστήσουν στο κοινό, έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψεως—μια απλουστευμένη αναλογία μεταξύ προγραμμάτων και υλικών αντικειμένων.
Οι ιδέες και διαισθήσεις μας, για την ιδιοκτησία υλικών αντικειμένων, είναι για το εάν είναι σωστό να πάρει κανείς ένα αντικείμενο από την κατοχή κάποιου άλλου. Δεν υπάγονται ευθέως στο να αντιγράψει κάτι από κάπου. Αλλά οι ιδιοκτήτες μας ζητούν να τις εφαρμόζουμε έτσι και αλλιώς.
- Υπερβολή.
Οι ιδιοκτήτες λένε πώς υποφέρουν “βλάβη” ή “οικονομική απώλεια” όταν οι χρήστες αντιγράφουν προγράμματα, μόνοι τους. Αλλά η αντιγραφή, δεν έχει άμεση επίπτωση στον ιδιοκτήτη, δεν επιφέρει βλάβη σε κανέναν. Ο ιδιοκτήτης χάνει μόνο στην περίπτωση, όπου αυτός που έκανε το αντίγραφο, θα πλήρωνε σε άλλη περίπτωση, για ένα αντίγραφο από τον ιδιοκτήτη.
Με λίγη σκέψη, φαίνεται πως οι περισσότεροι τέτοιοι άνθρωποι, δεν θα αγόραζαν αντίγραφα. Από την άλλη, οι ιδιοκτήτες υπολογίζουν τις “απώλειές” τους, ως κάθε ένας θα αγόραζε και από ένα αντίγραφο. Αυτό είναι υπερβολή—να το θέσω ευγενικά.
- Ο Νόμος.
Οι ιδιοκτήτες συχνά περιγράφουν την τρέχουσα νομολογία, και τις σκληρές ποινές με τις οποίες μας απειλούν. Σε αυτήν την προσέγγιση, συνεπάγεται και η πρόταση, πώς ο σημερινός νόμος αντανακλά μια άποψη ηθικότητας εκ μέρους του νομοθέτη, αλλά παρ'όλα αυτά, μας προτρέπουν πως πρέπει ταυτόχρονα να θεωρούμε τις ποινές και τα πρόστιμα ως φυσικά φαινόμενα για τα οποία δεν μπορεί να κατηγορηθεί κανείς.
Αυτή η μέθοδος της πειθούς, δεν είναι φτιαγμένη να αντιμετωπίσει κριτική σκέψη, προορίζεται για να ενισχύσει έναν δρόμο πνευματικής συνήθειας.
Είναι στοιχειώδες το ότι οι νόμοι δεν αποφασίζουν για το τι είναι σωστό και τι λάθος. Κάθε Αμερικανός θα έπρεπε να γνωρίζει πώς, τη δεκαετία του 1950, ήταν παράνομο σε πολλές πολιτείες για έναν έγχρωμο να καθίσει στο μπροστινό τμήμα ενός λεωφορείου· αλλά μόνο οι ρατσιστές θα έλεγαν πώς το να κάθεται εκεί ένας έγχρωμος ήταν λάθος.
- Φυσικά δικαιώματα.
Οι συγγραφείς προγραμμάτων, συχνά επικαλούνται μια ειδική σχέση με τα προγράμματα που έχουν γράψει και ως αποτέλεσμα, οι επιθυμίες και τα ενδιαφέροντά τους, απλώς ζυγίζουν περισσότερο από αυτά οποιουδήποτε άλλου ή ακόμα και ολόκληρου του κόσμου. (Τυπικά, εταιρείες, όχι συγγραφείς, διατηρούν τα δικαιώματα δημιουργών, αλλά περιμένουν από εμάς να παραβλέψουμε αυτήν την διαφορά).
Για όσους προτείνουν αυτό, ως ηθικό αξίωμα—ο συγγραφέας του προγράμματος είναι σημαντικότερος από εσάς—μπορώ να πω μόνο πως εγώ, ένας διακεκριμένος συγγραφέας λογισμικού, το θεωρώ ανοησία.
Αλλά συνήθως οι άνθρωποι, τείνουν να έχουν κάποια συμπάθεια για τους ισχυρισμούς για φυσικά δικαιώματα, για δύο λόγους:
Ένας λόγος είναι η τραβηγμένη αναλογία με τα υλικά αγαθά. Όταν μαγειρεύω μακαρόνια, πράγματι ενίσταμαι εάν κάποιος άλλος τα φάει, διότι τότε δε μπορώ να τα φάω εγώ. Η πράξη του με ζημιώνει, όσο κάνει καλό σε αυτόν, μόνο ένας μπορεί να φάει τη μακαρονάδα, το ερώτημα λοιπόν είναι, ποιός; Η μικρότερα διαφορά μεταξύ μας είναι αρκετή για να ανατρέψει την ηθική ισορροπία.
Αλλά το εάν μπορείτε να τρέξετε ή να τροποποιήσετε ένα πρόγραμμα που έγραψα, επηρεάζει εσάς άμεσα, και εμένα μόνο έμμεσα. Το εάν θα δώσετε ένα αντίγραφο σε έναν φίλο σας, επηρεάζει εσάς και το φίλο σας πολύ περισσότερο, από ότι επηρεάζει εμένα. Δεν θα έπρεπε να έχω τη δύναμη να σας επιβάλλω να μην κάνετε αυτά τα πράγματα. Κανένας δεν θα έπρεπε να την έχει.
Ο δεύτερος λόγος είναι πώς, έχουν πει στους ανθρώπους ότι τα φυσικά δικαιώματα των συγγραφέων είναι αποδεκτή και αδιαμφισβήτητη παράδοση της κοινωνίας μας.
Από ιστορικής απόψεως, το αντίθετο αληθεύει. Η ιδέα των δικαιωμάτων δημιουργών προτάθηκε και δεν έγινε δεκτή, όταν το Σύνταγμα των Η.Π.Α. γραφόταν. Για αυτό το Σύνταγμα των Η.Π.Α. απλώς επιτρέπει ένα σύστημα δικαιωμάτων δημιουργών δεν προϋποθέτει ένα, για αυτό λέει πως τα δικαιώματα δημιουργών είναι προσωρινά. Επίσης δηλώνει πώς ο σκοπός των δικαιωμάτων δημιουργού, είναι να προάγει την πρόοδο—όχι να ανταμείψει τους συγγραφείς. Τα δικαιώματα δημιουργών εν τέλει ανταμείβουν τους συγγραφείς, τους εκδότες περισσότερο αλλά αυτό είχε ως σκοπό να αλλάξει την συμπεριφορά τους.
Η πραγματική, εγκατεστημένη παράδοση της κοινωνίας μας, είναι ότι τα δικαιώματα δημιουργών ταιριάζουν με τα φυσικά δικαιώματα του κοινού, και αυτό δικαιολογείται με προϋπόθεση το κοινό καλό.
- Το οικονομικό.
Το τελευταίο επιχείρημα για να υπάρχουν οι ιδιοκτήτες του λογισμικού, είναι πώς αυτό οδηγεί στην παραγωγή περισσότερου λογισμικού.
Σε αντίθεση με τα προηγούμενα, αυτό το επιχείρημα, έχει μια έντιμη προσέγγιση στο ζήτημα. Βασίζεται σε έναν βάσιμο στόχο, να ικανοποιήσει τους χρήστες του λογισμικού. Και είναι εμπειρικά αποδεδειγμένο πως, οι άνθρωποι θα παράγουν περισσότερο κάποιο αγαθό, εάν γνωρίζουν πώς θα πληρωθούν καλά για να το κάνουν αυτό.
Αλλά το οικονομικό επιχείρημα έχει ένα ψεγάδι, βασίζεται στην υπόθεση ότι η διαφορά είναι απλώς πόσα χρήματα πρέπει να πληρώσουμε. Υποθέτει πώς η παραγωγή λογισμικού είναι αυτό που θέλουμε, ασχέτως εάν το λογισμικό έχει ή όχι, ιδιοκτήτες.
Οι άνθρωποι εύκολα δέχονται αυτήν την υπόθεση διότι συμφωνεί με τις εμπειρίες μας με τα υλικά αγαθά. Σκεφτείτε ένα σάντουιτς, για παράδειγμα. Μπορεί να βρείτε ένα ισοδύναμο σάντουιτς είτε δωρεάν, είτε πληρώνοντας. Σε αυτήν την περίπτωση, το ποσό που θα πληρώσετε, είναι η μοναδική διαφορά. Είτε θα το αγοράσετε, είτε όχι, το σάντουιτς έχει την ίδια γεύση, την ίδια διατροφική αξία και σε κάθε περίπτωση το τρώτε μία φορά. Εάν βρείτε το σάντουιτς, από έναν ιδιοκτήτη ή όχι, επηρεάζει αποκλειστικά το ποσό των χρημάτων που θα έχετε μετά.
Αυτό είναι αληθές με οποιοδήποτε είδος υλικού αγαθού, είτε έχει ή όχι, ιδιοκτήτη δεν επηρεάζει το τι είναι, ή το τί θα το κάνετε αφού το αποκτήσετε.
Αλλά εάν ένα πρόγραμμα, έχει ιδιοκτήτη, αυτό επηρεάζει πολύ και το τι είναι, και το τι μπορείτε να το κάνετε, εάν αποκτήσετε ένα. Η διαφορά δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων. Το σύστημα των ιδιοκτητών λογισμικού, ενθαρρύνει τους ιδιοκτήτες του λογισμικού να παράγουν κάτι—αλλά όχι αυτό που η κοινωνία χρειάζεται πραγματικά. Και αυτό προκαλεί μιαν αόρατη ηθική ρύπανση, που μας επηρεάζει όλους.
Τί χρειάζεται η κοινωνία ; Χρειάζεται πληροφορία η οποία να είναι πράγματι διαθέσιμη στους πολίτες αυτής—για παράδειγμα, προγράμματα τα οποία οι άνθρωποι θα μπορούν να διαβάζουν, επιδιορθώνουν, προσαρμόζουν και βελτιώνουν, όχι απλώς να τα λειτουργούν. Αλλά συνήθως αυτό που παρέχουν οι ιδιοκτήτες λογισμικού, είναι κάτι που δεν μπορούμε να μελετήσουμε ή αλλάξουμε.
Η κοινωνία επίσης χρειάζεται ελευθερία. Όταν ένα πρόγραμμα, έχει ιδιοκτήτη, οι χρήστες χάνουν ελευθερία να ελέγξουν μέρος της δικής τους ζωής.
Και πάνω από όλα, η κοινωνία χρειάζεται να ενθαρρύνει το πνεύμα της εθελοντικής συνεργασίας ανάμεσα στους πολίτες της. Όταν οι ιδιοκτήτες λογισμικού μας λέγουν, πώς βοηθώντας τους γειτονές μας με έναν φυσικό τρόπο, αυτό είναι 'πειρατεία', μολύνουν το πνεύμα των πολιτών της κοινωνίας μας.
Γι αυτό λέμε πώς το ελεύθερο λογισμικό είναι θέμα ελευθερίας, όχι τιμής.
Το οικονομικό επιχείρημα για τους ιδιοκτήτες του λογισμικού είναι λάθος, αλλά το οικονομικό θέμα είναι πραγματικό. Κάποιοι άνθρωποι, γράφουν χρήσιμα προγράμματα για την χαρά της συγγραφής ή για τον θαυμασμό και την αγάπη, αλλά εάν θέλουμε περισσότερο λογισμικό από όσο γράφουν αυτοί οι άνθρωποι, πρέπει να συγκεντρώσουμε κεφάλαια.
Από τη δεκαετία του 1980, οι συγγραφείς ελεύθερου λογισμικού δοκίμασαν διάφορες μεθόδους ώστε να βρουν πόρους, με κάποια επιτυχία. Δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει κάποιος πλούσιος· ένα τυπικό εισόδημα είναι αρκετά θελκτικό για πολλές εργασίες που είναι λιγότερο ικανοποιητικές από τη συγγραφή προγραμμάτων.
Για χρόνια, έως ότου μια υφηγεσία το κατέστησε μη αναγκαίο, έβγαζα τα προς το ζην κάνοντας κατά παραγγελία βελτιώσεις στο ελεύθερο λογισμικό που είχα γράψει. Κάθε βελτίωση προσθέτονταν στην κανονική δημοσιοποιημένη έκδοση και τελικά κατέληγε να είναι διαθέσιμη στο ευρύ κοινό. Οι πελάτες με πλήρωναν να εργαστώ στις βελτιώσεις που ήθελαν, παρά στα χαρακτηριστικά τα οποία σε άλλη περίπτωση θα θεωρούσα υψηλής προτεραιότητας.
Μερικοί συγγραφείς ελεύθερου λογισμικού, βγάζουν χρήματα με το να πωλούν υπηρεσίες υποστήριξης. Το 1994, η Cygnus Support, με περίπου 50 υπαλλήλους, υπολόγισε πως περίπου το 15 τοις εκατό της εργασίας του προσωπικού της ήταν η ανάπτυξη ελεύθερου λογισμικού—ένα σεβαστό ποσοστό για μια εταιρεία λογισμικού.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εταιρείες συμπεριλαμβανομένων των Intel, Motorola, Texas Instruments και Analog Devices συνεργάστηκαν για να χρηματοδοτήσουν τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του GNU C μεταγλωττιστή. Το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης του GCC γίνεται ακόμη από πληρωμένους προγραμματιστές. Ο GNU μεταγλωττιστής για τη γλώσσα προγραμματισμού Ada, χρηματοδοτήθηκε τη δεκαετία του 1990 από την Αεροπορία των Η.Π.Α., και συνεχίζεται από τότε από μια εταιρεία που δημιουργήθηκε ειδικά για το σκοπό αυτό.
Το κίνημα του ελεύθερου λογισμικού είναι ακόμα μικρό, αλλά το παράδειγμα του υποστηριζόμενου από ακροατές ραδιοφώνου στις Η.Π.Α δείχνει πως είναι δυνατή η υποστήριξη μιας μεγάλης δραστηριότητας, χωρίς να εξαναγκάζεται ο κάθε χρήστης να πληρώνει.
Ως χρήστης υπολογιστή σήμερα, μπορεί να βρείτε τον εαυτό σας να χρησιμοποιεί ένα ιδιόκτητο πρόγραμμα. Εάν οι φίλοι σας, σας ζητήσουν ένα αντίγραφο, θα ήταν λάθος να αρνηθείτε. Η συνεργασία είναι σημαντικότερη των δικαιωμάτων δημιουργού. Αλλά η κρυφή, υπόγεια συνεργασία, δεν κάνει για μια καλή κοινωνία. Ο άνθρωπος θα πρέπει να φιλοδοξεί για μια σωστή ζωή, ανοιχτή με υπερηφάνεια και αυτό σημαίνει όχι στο ιδιόκτητο λογισμικό.
Αξίζετε το να μπορείτε να συνεργάζεστε ανοιχτά και ελεύθερα με άλλους ανθρώπους που χρησιμοποιούν λογισμικό. Αξίζετε να μάθετε πως λειτουργεί το λογισμικό και να διδάξετε τους μαθητές σας με αυτό. Αξίζετε να μπορείτε να προσλάβετε τους αγαπημένους σας προγραμματιστές να το φτιάξουν, όταν αυτό χαλάσει.
Αξίζετε ελεύθερο λογισμικό.
Υποσημειώσεις
- Οι κατηγορίες αποσύρθηκαν στη συνέχεια.
Αυτό το δοκίμιο δημοσιεύεται στην Ελεύθερο Λογισμικό, Ελεύθερη Κοινωνία: Tα Επιλεγμένα Δοκίμια του Richard M. Stallman.